Gustav Leonhardt: 30 Μαΐου 1928 – 16 Ιανουαρίου 2012
Ο μεγάλος Ολλανδός τσεμπαλίστας, φορτεπιανίστας, μαέστρος, μουσικολόγος, δάσκαλος κι ερευνητής της παλαιάς μουσικής, δεν είναι πια μαζί μας. Ο κόσμος της μουσικής, με συγκίνηση έμαθε το θάνατό του, στο Άμστερνταμ, την Δευτέρα 16 Ιανουαρίου. Έφυγε σε ηλικία 83 ετών.
Ο Gustav Leonhardt υπήρξε η φιγούρα με την μεγαλύτερη επιρροή στην τεχνική και το στιλ της ερμηνείας του τσέμπαλου στον 20ου αιώνα. Ο κατάλογος των μαθητών του, μοιάζει με ένα Who is Who του τσέμπαλου και της παλαιάς μουσικής: οι Bob van Asperen, Christopher Hogwood, Philippe Herreweghe, Alan Curtis, Ton Koopman, Davitt Moroney, Martin Pearlman, Christophe Rousset, Andreas Staier, Skip Sempé είναι λίγοι μόνο από αυτούς. Χιλιάδες άλλοι τσεμπαλίστες ανά τον κόσμο, γνωστοί και άγνωστοι, είχαν το παίξιμο του Leonhardt ως σημείο αναφοράς, και τον ίδιο ως πηγή έμπνευσης και δημιουργικότητας.
Γεννήθηκε στις 30 Μαΐου 1928 στην βόρεια Ολλανδία. Σπούδασε τσέμπαλο με τον Eduard Müller στην Μουσική Ακαδημία ‘Schola Cantorum Basiliensis’, στη Βασιλεία της Ελβετίας. Έκτοτε η Ακαδημία έγινε παγκοσμίως γνωστή και η οδός όπου βρίσκεται, πήρε το όνομα του. Έκανε το ντεμπούτο του ως τσεμπαλίστας στη Βιέννη, το 1950. Πρωτοστάτησε στην αναβίωση της Παλαιάς Μουσικής με όργανα εποχής. To 1953 ίδρυσε το σύνολο Leonhardt Baroque Ensemble, με τον Άγγλο κόντρα-τενόρο Alfred Deller. Στο σύνολο συμμετείχε και ο Nicolaus Harnoncourt στο βιολοντσέλο, η σύζυγός του, Alice, στο βιολί, η σύζυγός του Leonhardt, Marie, επίσης στο βιολί, και άλλοι γνωστοί μουσικοί.
Ο Leonhardt ηχογράφησε πρώτος τα έργα για τσέμπαλο του Μπαχ, μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950: Παραλλαγές Goldberg, Η Τέχνη της Φούγκας, Αγγλικές και Γαλλικές σουίτες, Το Καλώς Συγκερασμένο Κλειδοκύμβαλο κα. Η ηχογράφηση της Τέχνης της Φούγκας ήταν μέρος της μουσικολογικής του έρευνας, με την οποία ισχυρίστηκε πως το έργο ήταν γραμμένο για πληκτροφόρο, μια παραδοχή που σήμερα χαίρει γενικής αποδοχής.
Μια άλλη πρωτιά, ήταν η ηχογράφηση του πλήρους κύκλου με τις Καντάτες του Μπαχ, σε συνεργασία με τον Harnoncourt.Το εγχείρημα διήρκησε περίπου 20 χρόνια, αρχίζοντας από το 1971. Οι δύο μαέστροι μοιράστηκαν τα έργα και τα ερμήνευσαν ο καθένας με το δικό του σύνολο, πάντα με όργανα εποχής. Μέσα από αυτές τις ηχογραφήσεις, τα όργανα εποχής έφτασαν στα αφτιά του κοινού, κάτι που τάραξε πραγματικά τα νερά –είναι ίσως η σημαντικότερη στιγμή στην μουσική ερμηνεία του 20ου αιώνα. Από τότε τα όργανα εποχής διαδόθηκαν, αλλά άρχισε και ένας γενικότερος προβληματισμός όσον αφορά τη χρήση τους, που πολλές φορές οδήγησε (και οδηγεί) σε πολεμική. Στις χώρες με μουσική παράδοση και καλλιέργεια, τα όργανα εποχής έλαχαν ευρείας αποδοχής, καθώς το μουσικό αφτί του κοινού αντιλήφθηκε τελικά τον ουσιαστικό, και όχι μουσειακό ή στείρο ακαδημαϊκό, ρόλο τους στην ερμηνεία. Έτσι, ο Leonhardt έβαλε τα θεμέλια αυτού που σήμερα ονομάζουμε Ιστορικά Ενήμερη Ερμηνεία (Historically Informed Performance), και περιλαμβάνει όργανα εποχής, ερμηνείες και αντιλήψεις που βασίζονται σε πραγματικές πηγές, κάτι που επηρεάζει όχι μόνο την εκτέλεση αλλά και τον αριθμό των ατόμων στα μουσικά σύνολα, το κούρδισμα, τη χρήση της χορωδίας (παιδιά σοπράνο αλλά και σολίστες-παιδιά), τη χρήση άντρα άλτο (κόντρα-τενόρου), την επανεμφάνιση ξεχασμένων οργάνων (θεόρβη, βιόλα ντα γκάμπα κα) και πολλούς άλλους παράγοντες.
Η Ιστορικά Ενήμερη Ερμηνεία σήμερα αποτελεί mainstream πρακτική και εφαρμόζεται όχι μόνο στο μπαρόκ και παλαιότερο ρεπερτόριο, αλλά στο σύνολο σχεδόν του ρεπερτορίου, μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα. Η κοσμογονική αυτή αλλαγή στην μουσική πράξη, καθιστά τον Leonhardt μία από τις σημαντικότερες μουσικές προσωπικότητες του 20ου αιώνα, ως θεμελιωτή της.
Ως εκτελεστής πληκτροφόρων, ο Leonhardt ερμήνευσε σχεδόν όλο το ρεπερτόριο που εκτείνεται από την Ελισαβετιανή μουσική του 16ου αιώνα μέχρι και το Μότσαρτ, με έμφαση στην περίοδο του μπαρόκ και τη γαλλική μουσική.
Ο Leonhardt βραβεύτηκε με το Βασιλικό Μετάλλιο της Τιμής των Τεχνών και Επιστημών της Ολλανδίας, έλαβε τιμητικό στρατιωτικό αξίωμα στο Βέλγιο, και ανάμεσα σε πολλές άλλες διακρίσεις, ήταν doctor honoris causa σε πολλά πανεπιστήμια διεθνώς.
Το 1968 εμφανίστηκε στην ταινία των Jean-Marie Straub και Danièle Huillet, Το μικρό χρονικό της Άννας-Μαγκνταλένας Μπαχ, παίζοντας το ρόλο του ίδιου του Μπαχ.
Δίδαξε στο πανεπιστήμιο της Βιέννης και στη Βασιλική Μουσική Ακαδημία του Άμστερνταμ. Ηχογράφησε αμέτρητους δίσκους –περίπου 170 τίτλοι από τους οποίους οι 70 σόλο- κυρίως με τις εταιρίες Vanguard, Telefunken/Teldec, Deutsche Harmonia Mundi, Harmonia Mundi, EMI Electrola, Seon, RCA, Philips, Virgin Classics, Sony Classical και Alpha. Το classicalmusic.gr στο επόμενο διάστημα θα παρουσιάσει αρκετούς από αυτούς, ως ελάχιστο φόρο τιμής στο σπουδαίο καλλιτέχνη. Άποψή μας είναι, πως το 2012 θα έπρεπε να ανακηρυχθεί ως «Έτος Gustav Leonhardt».
Στην Ελλάδα είχε εμφανιστεί σε δύο ρεσιτάλ, το 1996 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, ερμηνεύοντας έργα για τσέμπαλο γάλλων μπαρόκ συνθετών. Και τα δύο ρεσιτάλ ήταν sold-out.
Μόλις πριν ένα μήνα, στις 12 Δεκεμβρίου 2011, εμφανίστηκε για τελευταία φορά σε ρεσιτάλ στο Παρίσι, ανακοινώνοντας τη λήξη της καριέρας του, λόγω ασθενούς υγείας.
Source :
http://www.classicalmusic.gr/?p=279
Ο Gustav Leonhardt υπήρξε η φιγούρα με την μεγαλύτερη επιρροή στην τεχνική και το στιλ της ερμηνείας του τσέμπαλου στον 20ου αιώνα. Ο κατάλογος των μαθητών του, μοιάζει με ένα Who is Who του τσέμπαλου και της παλαιάς μουσικής: οι Bob van Asperen, Christopher Hogwood, Philippe Herreweghe, Alan Curtis, Ton Koopman, Davitt Moroney, Martin Pearlman, Christophe Rousset, Andreas Staier, Skip Sempé είναι λίγοι μόνο από αυτούς. Χιλιάδες άλλοι τσεμπαλίστες ανά τον κόσμο, γνωστοί και άγνωστοι, είχαν το παίξιμο του Leonhardt ως σημείο αναφοράς, και τον ίδιο ως πηγή έμπνευσης και δημιουργικότητας.
Γεννήθηκε στις 30 Μαΐου 1928 στην βόρεια Ολλανδία. Σπούδασε τσέμπαλο με τον Eduard Müller στην Μουσική Ακαδημία ‘Schola Cantorum Basiliensis’, στη Βασιλεία της Ελβετίας. Έκτοτε η Ακαδημία έγινε παγκοσμίως γνωστή και η οδός όπου βρίσκεται, πήρε το όνομα του. Έκανε το ντεμπούτο του ως τσεμπαλίστας στη Βιέννη, το 1950. Πρωτοστάτησε στην αναβίωση της Παλαιάς Μουσικής με όργανα εποχής. To 1953 ίδρυσε το σύνολο Leonhardt Baroque Ensemble, με τον Άγγλο κόντρα-τενόρο Alfred Deller. Στο σύνολο συμμετείχε και ο Nicolaus Harnoncourt στο βιολοντσέλο, η σύζυγός του, Alice, στο βιολί, η σύζυγός του Leonhardt, Marie, επίσης στο βιολί, και άλλοι γνωστοί μουσικοί.
Ο Leonhardt ηχογράφησε πρώτος τα έργα για τσέμπαλο του Μπαχ, μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950: Παραλλαγές Goldberg, Η Τέχνη της Φούγκας, Αγγλικές και Γαλλικές σουίτες, Το Καλώς Συγκερασμένο Κλειδοκύμβαλο κα. Η ηχογράφηση της Τέχνης της Φούγκας ήταν μέρος της μουσικολογικής του έρευνας, με την οποία ισχυρίστηκε πως το έργο ήταν γραμμένο για πληκτροφόρο, μια παραδοχή που σήμερα χαίρει γενικής αποδοχής.
Μια άλλη πρωτιά, ήταν η ηχογράφηση του πλήρους κύκλου με τις Καντάτες του Μπαχ, σε συνεργασία με τον Harnoncourt.Το εγχείρημα διήρκησε περίπου 20 χρόνια, αρχίζοντας από το 1971. Οι δύο μαέστροι μοιράστηκαν τα έργα και τα ερμήνευσαν ο καθένας με το δικό του σύνολο, πάντα με όργανα εποχής. Μέσα από αυτές τις ηχογραφήσεις, τα όργανα εποχής έφτασαν στα αφτιά του κοινού, κάτι που τάραξε πραγματικά τα νερά –είναι ίσως η σημαντικότερη στιγμή στην μουσική ερμηνεία του 20ου αιώνα. Από τότε τα όργανα εποχής διαδόθηκαν, αλλά άρχισε και ένας γενικότερος προβληματισμός όσον αφορά τη χρήση τους, που πολλές φορές οδήγησε (και οδηγεί) σε πολεμική. Στις χώρες με μουσική παράδοση και καλλιέργεια, τα όργανα εποχής έλαχαν ευρείας αποδοχής, καθώς το μουσικό αφτί του κοινού αντιλήφθηκε τελικά τον ουσιαστικό, και όχι μουσειακό ή στείρο ακαδημαϊκό, ρόλο τους στην ερμηνεία. Έτσι, ο Leonhardt έβαλε τα θεμέλια αυτού που σήμερα ονομάζουμε Ιστορικά Ενήμερη Ερμηνεία (Historically Informed Performance), και περιλαμβάνει όργανα εποχής, ερμηνείες και αντιλήψεις που βασίζονται σε πραγματικές πηγές, κάτι που επηρεάζει όχι μόνο την εκτέλεση αλλά και τον αριθμό των ατόμων στα μουσικά σύνολα, το κούρδισμα, τη χρήση της χορωδίας (παιδιά σοπράνο αλλά και σολίστες-παιδιά), τη χρήση άντρα άλτο (κόντρα-τενόρου), την επανεμφάνιση ξεχασμένων οργάνων (θεόρβη, βιόλα ντα γκάμπα κα) και πολλούς άλλους παράγοντες.
Η Ιστορικά Ενήμερη Ερμηνεία σήμερα αποτελεί mainstream πρακτική και εφαρμόζεται όχι μόνο στο μπαρόκ και παλαιότερο ρεπερτόριο, αλλά στο σύνολο σχεδόν του ρεπερτορίου, μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα. Η κοσμογονική αυτή αλλαγή στην μουσική πράξη, καθιστά τον Leonhardt μία από τις σημαντικότερες μουσικές προσωπικότητες του 20ου αιώνα, ως θεμελιωτή της.
Ως εκτελεστής πληκτροφόρων, ο Leonhardt ερμήνευσε σχεδόν όλο το ρεπερτόριο που εκτείνεται από την Ελισαβετιανή μουσική του 16ου αιώνα μέχρι και το Μότσαρτ, με έμφαση στην περίοδο του μπαρόκ και τη γαλλική μουσική.
Ο Leonhardt βραβεύτηκε με το Βασιλικό Μετάλλιο της Τιμής των Τεχνών και Επιστημών της Ολλανδίας, έλαβε τιμητικό στρατιωτικό αξίωμα στο Βέλγιο, και ανάμεσα σε πολλές άλλες διακρίσεις, ήταν doctor honoris causa σε πολλά πανεπιστήμια διεθνώς.
Το 1968 εμφανίστηκε στην ταινία των Jean-Marie Straub και Danièle Huillet, Το μικρό χρονικό της Άννας-Μαγκνταλένας Μπαχ, παίζοντας το ρόλο του ίδιου του Μπαχ.
Δίδαξε στο πανεπιστήμιο της Βιέννης και στη Βασιλική Μουσική Ακαδημία του Άμστερνταμ. Ηχογράφησε αμέτρητους δίσκους –περίπου 170 τίτλοι από τους οποίους οι 70 σόλο- κυρίως με τις εταιρίες Vanguard, Telefunken/Teldec, Deutsche Harmonia Mundi, Harmonia Mundi, EMI Electrola, Seon, RCA, Philips, Virgin Classics, Sony Classical και Alpha. Το classicalmusic.gr στο επόμενο διάστημα θα παρουσιάσει αρκετούς από αυτούς, ως ελάχιστο φόρο τιμής στο σπουδαίο καλλιτέχνη. Άποψή μας είναι, πως το 2012 θα έπρεπε να ανακηρυχθεί ως «Έτος Gustav Leonhardt».
Στην Ελλάδα είχε εμφανιστεί σε δύο ρεσιτάλ, το 1996 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, ερμηνεύοντας έργα για τσέμπαλο γάλλων μπαρόκ συνθετών. Και τα δύο ρεσιτάλ ήταν sold-out.
Μόλις πριν ένα μήνα, στις 12 Δεκεμβρίου 2011, εμφανίστηκε για τελευταία φορά σε ρεσιτάλ στο Παρίσι, ανακοινώνοντας τη λήξη της καριέρας του, λόγω ασθενούς υγείας.
Source :
http://www.classicalmusic.gr/?p=279
*******
Throughout the second half of the 20th century, Gustav Leonhardt, who has died aged 83, was a pioneer and pillar of the early music movement. As a harpsichordist, organist, scholar, conductor and teacher, he was a major figure, exercising very considerable influence on his contemporaries and juniors, and in particular making the Netherlands a focal centre for the performance of Baroque music, gathering round himself artists such as the recorder virtuoso Frans Brüggen, the viola da gamba player and cellist Anner Bylsma, the cellist and conductor Nikolaus Harnoncourt and the Kuijken brothers – Barthold, Sigiswald and Wieland – all now pre-eminent in their fields.
Himself an intensely serious-minded musician, Leonhardt sought to present 17th- and 18th-century music on period instruments or copies thereof, and in accordance with the performance practice of those times, without concessions to later tastes – though he once said (perhaps somewhat questionably): "If one manages to be convincing, the interpretation sounds authentic: if one strives to be authentic, one will never be convincing."
Himself an intensely serious-minded musician, Leonhardt sought to present 17th- and 18th-century music on period instruments or copies thereof, and in accordance with the performance practice of those times, without concessions to later tastes – though he once said (perhaps somewhat questionably): "If one manages to be convincing, the interpretation sounds authentic: if one strives to be authentic, one will never be convincing."
His own playing was marked by superlative technical assurance, lucidity, intellectual authority and gravitas – gaiety and humour came less easily to him – and initially he was criticised for too coolly dispassionate and austere a style: later, however, he himself acknowledged that he might have been over-severe and adopted a more relaxed, more expressive approach.
Many of today's leading harpsichordists were pupils of his, which sometimes led to awkward situations when he was on the jury of international competitions. One particular area in which he made a valuable contribution was the series of records of all Bach's cantatas that he and Harnoncourt conducted between 1972 and 1990 – a vast intégrale only later copied by others.
Leonhardt was born in 's-Graveland, near Hilversum. During the German occupation of the Netherlands in the second world war, he was unable to leave the house for nine months, sleeping on boards between the floors and with someone always on lookout. At the age of 18, after a brief classical education, he entered the Schola Cantorum Basiliensis, in Switzerland, whose director was the conductor and musical patron Paul Sacher, to study organ and harpsichord with Eduard Müller and ensemble playing with August Wenzinger: three years later he went to Vienna to study conducting with Hans Swarowsky.
In 1950 he made his debut in Vienna playing Bach's Art of Fugue, which he stoutly maintained had been intended for the harpsichord, but of which the final incomplete fugue did not form part: he wrote a monograph on the subject and, 30 years later, recorded the work. He rapidly made a name as a harpsichordist, at the age of 24 became professor of the instrument at the Vienna Academy of Music, and the following year at the Amsterdam Conservatoire. There he settled permanently and was appointed organist at the Waalse Kerk, which boasted a splendid organ of 1733.
Around this time he started making his numerous recordings – a concerto by Johann Christian Bach under Sacher, the first of what would eventually be three recordings of Bach's Goldberg Variations – and, with a small ensemble, discs with the English contertenor Alfred Deller, from whom he declared he learned much about nuance and phrasing. He also formed the Leonhardt Consort, which, for 20 years, made historical instruments the norm for this period of the repertoire to such an extent that he later declared: "If you hear a modern violin, you are almost startled."
A busy life was filled with concerts and recordings in Europe and the US, which he visited almost every year. In 1962, and again in 1969, he was visiting professor at Harvard University, and in 1968 appeared as Johann Sebastian Bach (to whom, however, he bore no facial resemblance) in Jean-Marie Straub and Danièle Huillet's film Die Chronik der Anna Magdalena Bach. Often considered the finest Bach interpreter of his generation, Leonhardt performed a vast number of his compositions, not only keyboard and chamber music but also major works such as the B minor Mass, the Easter Oratorio and the St Matthew Passion.
However, his interests were by no means confined to Bach: among composers he regarded as his favourites were Frescobaldi, Froberger, Louis Couperin, Sweelinck (whose fantasias and toccatas he edited) and Rameau, all of whom he recorded with his usual scholarship and nobility; and to these may be added the names of Purcell, Byrd, Biber and CPE Bach. Among works he conducted were Rameau's Pygmalion, Lully's Bourgeois Gentilhomme and Campra's L'Europe Galante; and he made valuable recordings on historic organs in the Netherlands, north Germany and the Alpine region.
The general admiration in which he was held did not, however, preclude some criticism of excessive sobriety – the wit of French claveçinists seemed to elude him – of rather unsettling free rubatos, and in concerted works of over-heavy accentuation; and he puzzled many by his reluctance to play repeats in his recordings. But although it was through these that he reached the majority of music-lovers, his readings were generally more spontaneous in live performances, which continued until last December.
He is survived by his violinist wife, Marie.
• Gustav Leonhardt, harpsichordist, organist and conductor, born 30 May 1928; died 16 January 2012
Source :
http://www.guardian.co.uk/music/2012/jan/17/gustav-leonhardt
http://en.wikipedia.org/wiki/Gustav_Leonhardt
http://www.bach-cantatas.com/Bio/Leonhardt-Gustav.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου