Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011
Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011
Jochum conducts Bruckner, Dvorak (unissued recordings)
Hessischen Rundfunks
1949.5.30
Dvorak Cello Concerto
soloist: Mainardi
Bayerischen Rundfunks
1959.10.27
Previously unissued recordings
This is a historical recording of Bruckner's Eighth Symphony. On the other hand, the Dvorak concerto is the only recording of this work with Jochum
Links :
http://www.fileserve.com/file/wn2NMjc
http://www.fileserve.com/file/8cfkEGV
http://www.fileserve.com/file/EdPJgjc
Thanks to Invocation
Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011
Johfra Bosschart : The Zodiac
Johannes Franciscus Gijsbertus van den Berg (15 December 1919 in Rotterdam - 6 November 1998 in Fleurac) or just Johfra Bosschart was a Dutch modern artist. Johfra and his wife, Ellen Lórien, established in Fleurac (Dordogne - France) in 1962. They lived in the Netherlands before that. Johfra described his works as "Surrealism based on studies of psychology, religion, the Bible, astrology, antiquity, magic, witchcraft, mythology and occultism."
http://en.wikipedia.org/wiki/Johfra_Bosschart
http://www.johfra.nl/m_museum.php?lang=EN
http://visionaryrevue.com/webtext2/jofedit1.html
Johfra Bosschart : Μια Ζωή Διαρκούς Δημιουργίας
Primordial Mother, 1985
Johfra Bosschart : Μια Ζωή Διαρκούς Δημιουργίας
Ο Johfra Bosschart γεννήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου του 1919 στο Ρότερνταμ της Ολλανδίας. Υπέγραφε τα έργα του ως «Johfra», ονομασία προερχόμενη από το πλήρες του όνομα που ήταν Franciscus Johannes Gijsbertus Van Den Berg. Το επώνυμο Bosschart ήταν της μητέρας του. Σύμφωνα με τη δεύτερη γυναίκα του, την Ellen Lorien, ως παιδί ήταν ονειροπόλος και στο σχολείο δυσκολευόταν να συγκεντρωθεί. Αντί να παρακολουθεί μαθήματα άλγεβρας προτιμούσε να παρατηρεί τα σχέδια που υπήρχαν στις πέτρες, στις ρίζες των φυτών και στο φλοιό των δένδρων. Τα σύννεφα τον γοήτευαν με τις εναλλαγές σκιάς και φωτός που παρουσίαζαν και αναζητούσε να βρει μορφές σε αυτά.
Το ταλέντο του στη ζωγραφική εκδηλώθηκε από πολύ νωρίς και έγινε δεκτός, κατ’ εξαίρεση, σε ηλικία 14 ετών στη Βασιλική Ακαδημία των Τεχνών στη Χάγη. Εκεί, εκτός από τα μαθήματα που παρακολουθούσε, περνούσε την περισσότερη ώρα του κάνοντας αντίγραφα έργων από τη συλλογή της Ακαδημίας. Ιδιαίτερα τον γοήτευαν τα έργα του Λεονάρντο Ντα Βίντσι και του Μιχαήλ Άντζελο, ενώ συνέχισε να αντλεί έμπνευση από αυτούς τους δύο για όλη την υπόλοιπη ζωή του.
Ένας καθηγητής του, ονόματι Meier, τον ώθησε να μελετήσει το κλασσικό έργο του Max Doerner το «The Materials of the Artist», όπου αποκαλύπτονταν οι μέθοδοι παλιών δασκάλων της ζωγραφικής. Και ενώ φοιτούσε ακόμη στην Ακαδημία, ξεκίνησε να εφαρμόζει αυτές τις μεθόδους. Επίσης, τον επηρέασε σημαντικά το έργο του Σαλβαδόρ Νταλί, ενώ ο ίδιος ξεκίνησε να ζωγραφίζει σουρεαλιστικούς πίνακες το 1941. Ωστόσο, η πρώτη του έκθεση το 1943 απέσπασε αρνητικές κριτικές.
Οι σπουδές του κατά την περίοδο 1934 - 1942 συνέπεσαν με τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τη γερμανική κατοχή της Ολλανδίας και υπέφερε από την πείνα και τις στερήσεις. Το 1945 μια βόμβα των συμμαχικών δυνάμεων κατέστρεψε όλα τα έργα που είχε δημιουργήσει μέχρι τότε. Καταστράφηκαν περίπου 400 πίνακες και 1000 σχέδια. Το συμβάν αυτό αντί να τον απογοητεύσει τον ώθησε να δημιουργήσει νέα έργα. Έτσι, ξεκίνησε να δημιουργεί αλληγορικές αυτοπροσωπογραφίες, ονειρικά τοπία και σουρεαλιστικά έργα.
Το 1945 απέκτησε ένα στούντιο στη Χάγη και τότε δημιούργησε μια νέα γενιά έργων με μυθολογικό περιεχόμενο,
κλασικά γυμνές μορφές, ανατομικά τέλειες και με έντονο ερωτισμό.
Το 1946 συνάντησε τη ζωγράφο Angele Therese Blomjous η οποία του δημιούργησε μια αίσθηση πανικού όταν την πρωτοείδε. Συχνά την αποκαλούσε με τα ονόματα Angel, Anushka, και Diana και τελικά αυτή υιοθέτησε ένα από τα χαϊδευτικά ονόματα και το επώνυμό του και πλέον αναφέρεται ως Diana Vandenberg.
Η Diana είχε σπουδάσει ζωγραφική στην Ακαδημία στο διάστημα 1941 – 1943 και είχε ήδη περάσει αρκετό διάστημα στο Παρίσι. Το 1947 πήγαν και οι δύο στο Παρίσι, καθώς ο Johfra επιθυμούσε βαθύτατα να το επισκεφθεί. Το 1948 ταξίδεψαν στη Ρώμη για να μελετήσουν τις αρχαιότητες που υπήρχαν εκεί. Πίσω στη Χάγη, συνέχισαν να δουλεύουν μαζί σε ένα στούντιο. Τα έργα του χαρακτηρίζονταν από σουρεαλισμό και χιουμοριστική διάθεση, ενώ παρουσιαζόταν σε αυτά έντονα η ανατομία ανθρώπων και ζώων. Ο Johfra πραγματοποίησε μια σειρά προσωπικών εκθέσεων στη γκαλερί Bennewitz στη Χάγη στο διάστημα 1947 και 1948.
Το 1950 επέστρεψαν στο Παρίσι όπου ο Johfra ξεκίνησε μια σειρά μελετών στο Λούβρο, όπου είχε την ευκαιρία να μελετήσει τους πίνακες των παλιών δασκάλων και τα θαύματα της αρχαίας ελληνικής γλυπτικής. Το 1951 επέστρεψαν στη Ρώμη όπου ενέτεινε τις προσπάθειές του στη μελέτη των αρχαιοτήτων και βίωσε ένα είδος προσωπικής αναγέννησης. Τα σιντριβάνια της Ρώμης έγιναν μια πηγή έμπνευσης για αυτόν και αποτέλεσαν τη βάση μιας μεταγενέστερης σειράς σημαντικών έργων, όπως θα δούμε στη συνέχεια. Το 1952 η Diana και ο Johfra παντρεύτηκαν.
Το 1953 ήταν ένα σημείο σταθμός στη σχέση τους, καθώς γνωρίστηκαν με τον Cor Damme, έναν Ολλανδό – Αμερικανό συλλέκτη που ζήτησε ζωγραφιές με εσωτερικό περιεχόμενο από τον Johfra. Μέσω αυτού ήρθαν σε επαφή με το Lectorium Rosicrucianum (τους επονομαζόμενους «Χρυσούς Ροδόσταυρους»). Ο Johfra μελέτησε τις εσωτερικές διδασκαλίες του Lectorium Rosicrucianum επί εννέα έτη, ενώ η Diana επί έντεκα έτη. Μάλιστα, εικονογράφησε αρκετά κείμενα που εκδόθηκαν από το Lectorium Rosicrucianum. Επίσης, σε αυτό το χρονικό διάστημα η Diana και ο Johfra ζωγράφιζαν μαζί και συχνά παρουσίαζαν μαζί τα έργα τους. Θα πρέπει να επισημανθεί πως αυτή την περίοδο τα σουρεαλιστικά έργα του Johfra άρχισαν σιγά – σιγά να μεταμορφώνονται, καθώς άρχισε να χρησιμοποιεί όλο και πιο κλασσικά μοτίβα (όπως π.χ. αρχαία ρωμαϊκά φόντα και ελληνικά αγάλματα).
Ωστόσο, όπως όλα δείχνουν, η εσωτερική του εκπαίδευση δεν περιορίστηκε μόνο στο Lectorium Rosicrucianum αλλά επεκτάθηκε και σε άλλα ρεύματα και διδασκαλίες, αν και δεν είναι γνωστές λεπτομέρειες αυτής της εκπαίδευσης. Ωστόσο, διαφαίνεται, από αναφορές του και από τα έργα του, πως επηρεάστηκε από τον Ερμητισμό, τον Νεοπλατωνισμό, την Καββάλα, τον Γνωστικισμό, την Αλχημεία, τις Ροδοσταυρικές διδασκαλίες, τα Ταρώ, την Αστρολογία, τη φυσική μαγεία, την ψυχολογία και τη μυθολογία.
Το 1959 οι δύο ζωγράφοι πήγαν στο Port Lligat για να συναντήσουν τον Σαλβαδόρ Νταλί, ο οποίος αφότου είδε τα έργα τους εξέφρασε την ικανοποίησή του. Ο Johfra, όντας θαυμαστής του Νταλί, έγραψε στη συνέχεια μια μακροσκελή περιγραφή της συνάντησης αυτής.
Αυτή την περίοδο, επίσης, ο Johfra γνώρισε τη δεύτερη γυναίκα του, την Ellen Lorien, η οποία είχε σπουδάσει ζωγραφική στην Ακαδημία Τέχνης του Grande Chaumiere. Η Ellen ήταν φίλη της Diana από το Lectorium Rosicrucianum όπου και μαθήτευσε επί έξι έτη. Όταν το 1962 η σχέση του με τη Diana έλαβε τέλος ακολούθησε την Ellen στο Άμστερνταμ με την οποία τελικά, παντρεύτηκαν το 1973.
Το 1964 ο Johfra και η Ellen έκτισαν μια μικρή ξύλινη καλύβα στο Aspremont, μια ορεινή περιοχή στη νότια Γαλλία.Η καλύβα αυτή αποτελείτο από ένα μόνο δωμάτιο γεμάτο με βιβλία και ένα κρεβάτι. Σε αυτό το δωμάτιο που ταυτόχρονα ήταν και εργαστήρι ζωγραφικής δημιούργησαν και οι δύο πλήθος νέων έργων.
Hermes Trismegistos, 1972
Ενώ συνέχιζε να εκθέτει τα έργα του στη γκαλερί Mokum στο Άμστερνταμ, το 1966 πραγματοποίησε εκθέσεις πρώτα στις Κάνες, μετά στο Μονακό και στη συνέχεια παρουσίασε τις πρώτες του εκθέσεις στο Παρίσι στην γκαλερί Le Soleil dans la Tete.
Αλλά ήταν στη δεκαετία του 1970 που ο Johfra ξεκίνησε να γνωρίζει κάποια εκτεταμένη δημοσιότητα. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου παρουσίαζε τα έργα του μαζί με μια ομάδα επτά ζωγράφων που αποκαλούνταν «Meta-Realists», στην οποία συμμετείχαν και η Diana Vandenberg και η Ellen Lorien. Αυτή η συλλογική έκθεση περιόδευσε στην Ολλανδία και στο Βέλγιο και τράβηξε αρκετά την προσοχή του κόσμου. Εκείνη την περίοδο εμφανίστηκαν και ορισμένα βιβλία που αναφέρονταν σε αυτή την καλλιτεχνική ομάδα και στα έργα του Johfra και έτσι κέρδισαν ακόμη μεγαλύτερη αναγνώριση.
Το 1973 ο Engel Verkerke ζήτησε από τον Johfra να ζωγραφίσει τα δώδεκα Ζώδια για μια σειρά πόστερς για την εταιρία Verkerke Reproductions.
Το 1974 ο Johfra και η Ellen αγόρασαν ένα σπίτι στο Perigord Noir μια δασώδη περιοχή στη νοτιο-δυτική Γαλλία. Αυτή η περιοχή ήταν φημισμένη για τις παλαιολιθικές ζωγραφιές των σπηλαίων της και τα μνημεία των Κελτών. Έκαναν σπίτι τους ένα παλιό υδρόμυλο και έτσι χτίστηκε ο πύργος του Moulin du Peuch. Εδώ έφτιαξαν το ατελιέ τους, όπου ο Johfra συνήθιζε να ζωγραφίζει πολύ νωρίς το πρωί. Τον Απρίλιο του 1974 δουλεύοντας στο νέο του στούντιο στον πύργο του Moulin du Peuch ολοκλήρωσε τον Καρκίνο, τον Λέοντα και την Παρθένο. Μετά από μερικούς μήνες ολοκλήρωσε τον Σκορπιό και τον Ζυγό και μέχρι το τέλος του έτους τον Τοξότη και τον Αιγόκερω. Τον επόμενο χρόνο ολοκλήρωσε και τα υπόλοιπα Ζώδια. Η σειρά αυτή των έργων του έγινε πολύ δημοφιλής παγκοσμίως και έκανε και τον ίδιο ευρύτερα γνωστό.
Μετά τα έργα των Ζωδίων δημιουργούσε τη σειρά «Maldoror», στην οποία συμπεριλαμβάνονταν ορισμένα από τα πλέον παράξενα έργα του. Τα επόμενα χρόνια συνέβη μια ακόμη αλλαγή στα έργα του και ένα πέρασμα από τον ερμητισμό στον πανθεϊσμό σε ότι αφορούσε στην καλλιτεχνική έκφραση.
Έτσι, στη δεκαετία του 1980 τα έργα του έβριθαν από τις παρουσίες σάτυρων, ξωτικών, μονόκερων, βουκολικών τοπίων πλούσιων σε ηλιακό φως, νυμφών, νεράιδων και γνώμων. Σε αυτά του τα έργα σημαντικό ρόλο έπαιζε η αλληλεπίδραση του ηλιακού φωτός με τη γη, το νερό, τον αέρα και τη φωτιά και η ατμόσφαιρα που δημιουργείτο από αυτή την αλληλεπίδραση. Τα ίδια τα τοπία συνιστούσαν αλληγορίες πλαισιωμένες από πλήθος μικροσκοπικές μορφές οι οποίες αποτελούσαν έκφραση των δυνάμεων της ίδιας της Φύσης. Τα ρωμαϊκά σιντριβάνια που είχε ζωγραφίσει πριν από 30 έτη με την Diana έγιναν το κύριο θέμα για μια μεγάλη σειρά ζωγραφικών έργων.
Το 1985 ο Γάλλος Υπουργός Πολιτισμού βράβευσε τον Johfra και την Ellen με τη διάκριση της «Societe Arts-Sciences-Lettres» και το 1989 ο Johfra έλαβε τον τίτλο του «Ιππότη του Τάγματος των Τεχνών και των Γραμμάτων».
Στο μεταξύ, στη διάρκεια όλων αυτών των ετών, η Diana Vandenberg συνέχισε να ζωγραφίζει και τα έργα της αναγνωρίστηκαν στην Ολλανδία για το ερμητικό τους περιεχόμενο, ενώ την αναγνώριση απέσπασαν και οι προσωπογραφίες της. Αρκετοί από τους μαθητές της έγιναν διάσημοι. Η Diana πέθανε το 1997 σε ηλικία 74 ετών.
Τα τελευταία έτη της ζωής του Johfra ήταν από τα πλέον δημιουργικά, καθώς δημιουργούσε, κατά μέσο όρο, έναν πίνακα κάθε μήνα. Όμως, το 1998 η υγεία του εξασθένησε καθώς ο καρκίνος άλωσε το σώμα του. Στις 31 Μαΐου του 1998 ολοκλήρωσε τον τελευταίο του πίνακα που έφερε την ονομασία «The Journey Home». Σε αυτό απεικονίζεται το γαλήνιο φυσικό τοπίο ενός ποταμού, όπου μια γόνδολα φαίνεται να μεταφέρει μια μορφή. Το απόγευμα εκείνης της ημέρας δήλωσε πως δεν μπορούσε να ζωγραφίζει πλέον.
Τους τελευταίους μήνες της ζωής του διόρθωνε κάποιες απεικονίσεις που «εξιστορούσαν» τη ζωή του και περνούσε γαλήνιες στιγμές με την Ellen στους κήπους του σπιτιού τους. Συζητούσαν μαζί για τον θάνατο και για το μεγάλο ταξίδι που τον περίμενε. Νωρίς το πρωί της 6ης Νοεμβρίου του 1998 και σε ηλικία 78 ετών ξεκίνησε το ταξίδι του για την «άλλη όχθη». Φίλοι του από τη Γαλλία και την Ολλανδία έσπευσαν για να τον ξεπροβοδήσουν σε αυτό το ταξίδι, στο κοιμητήριο του Fleurac.
Τα Έργα της Ψυχής
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος με τον οποίο δημιουργήθηκαν οι ζωγραφιές των δώδεκα Ζωδίων.
Τα έργα του πάνω στα Ζώδια ασκούν έντονη γοητεία και είναι γεμάτα με μυστηριώδη εσωτερικό συμβολισμό. Στο βιβλίο του «Signs of the Zodiac» περιγράφει το πώς τα ζωγράφισε μετά από διαλογισμό: «Όταν το 1973 ανέλαβα να ζωγραφίσω τις εικόνες των δώδεκα Ζωδίων για τον Verkerke γνώριζα ότι θα ήταν άσκοπο να προσθέσω ακόμη μερικά έργα (των Ζωδίων) στα εκατοντάδες που ήδη υπήρχαν. Έτσι, αποφάσισα να προάγω όσο το δυνατόν περισσότερες όψεις των Ζωδίων μέσω διαλογισμού και πνευματικής προσέγγισης της βασικής εικόνας, η οποία αποτελούσε και το κύριο θέμα της συγκέντρωσης. Τα πολλά διαφορετικά σύμβολα που σχετίζονταν με ένα συγκεκριμένο ζωδιακό σύμβολο συγκεντρώθηκαν σε μια αρμονική σύνθεση, προκειμένου να δώσουν σε κάθε ζωγραφιά περισσότερο βάθος και να δώσουν στον παρατηρητή περισσότερες δυνατότητες για να κάνει τις δικές του συσχετίσεις».
Αναφέρει, επίσης, για το διαλογισμό του πάνω στα ζωδιακά σύμβολα: «Ως σημείο έναρξης (του διαλογισμού) εξέλαβα την πνευματική εξέλιξη που πραγματοποιείται μέσω των δώδεκα Ζωδίων. Πρόκειται για δώδεκα στάδια στην ανάπτυξη της συνείδησης ,πάνω σε ένα μονοπάτι όπου όλες οι λανθάνουσες δυνάμεις που είναι κρυμμένες εντός μας μπορούν, επιτυχώς, να γίνουν πραγματικές και ενεργές».
Σύμφωνα με τα λεγόμενα του, εμπνεύστηκε το συμβολισμό για τις αστρολογικές ζωγραφιές, κυρίως, με τη βοήθεια τριών εσωτερικών συστημάτων: του Νεοπλατωνισμού, του Ερμητισμού και της Καββάλα.
Γενικότερα, τα έργα του χρησιμεύουν ως ένα μέσο έκφρασης και αποκάλυψης της ιδέας της κρυμμένης ενότητας και της εσωτερικής συνάφειας των πάντων, έτσι όπως αυτή αναδύεται, κυρίως, από αυτά τα τρία προαναφερθέντα εσωτερικά συστήματα εκπαίδευσης.
Περί τα τέλη του δεκαετίας του 1950, στα έργα του άρχισαν εμφανίζονται να εσωτερικά μοτίβα. Μέχρι τότε ζωγράφιζε κυρίως σουρεαλιστικά τοπία, τα οποία σταδιακά άρχισαν να εμπλουτίζονται με εσωτερικό συμβολισμό.
Στη δεκαετία του 1970 τα έργα του παρουσιάζουν μια ξεκάθαρη στροφή προς το Γνωστικισμό και τον Ερμητισμό. Τα ερμητικά έργα στη δεκαετία του 1970 παρουσιάζουν μεγαλύτερη συμμετρία και κεντρική εστίαση προκαλώντας το βλέμμα να ξεκουραστεί και δημιουργώντας έτσι προδιάθεση για διαλογισμό. Ο Johfra αναφέρει για τα σύμβολα: «Ένα σύμβολο είναι σαν ένας καθρέφτης: ενώ παραμένει ο ίδιος, πάντα θα ανακλά μια διαφορετική εικόνα, ανάλογα με το ποιος κοιτά σε αυτόν».
Τα όψιμα έργα του, όπως προαναφέρθηκε, αποκαλύπτουν μια βαθιά σχέση με τη Φύση και αποτελούν μια ουσιαστική στροφή προς τον Πανθεϊσμό. Διαφαίνεται μια ιδιαίτερη σχέση με τις αόρατες δυνάμεις της Φύσης, οι οποίες διαπερνούν όλα τα πράγματα και εκφράζονται μέσα από κάθε πτυχή του φυσικού κόσμου.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι απόψεις του για τις Νεοπλατωνικές διδασκαλίες, καθώς ο ίδιος αναφέρει: «Η ανάδυση όλων των πραγμάτων από το αμετάβλητο, το απόλυτο και θεϊκό Ένα είναι η ουσία των Νεοπλατωνικών διδασκαλιών. Όλα τα πράγματα πηγάζουν από αυτό το Ένα, το οποίο εκφράζεται στα κατώτερα επίπεδα μέσα από στην πολλαπλότητά τους. Αρχικά το Ένα έφερε σε ύπαρξη τον Λόγο ή Κοσμική Νοημοσύνη, μέσω του οποίου ο κόσμος των Θεϊκών Ιδεών ήρθε σε ύπαρξη. Αυτές είναι οι τέλειες εικόνες, με βάση τις οποίες σχηματίστηκε η Φύση. Τα πράγματα της Φύσης είναι ελαττωματικά και ατελή. Αλλά το καθένα φέρει εντός του, σε λήθη, τη μνήμη του αρχικού αρχέτυπου από το οποίο προέρχεται. Και μέσω της ομορφιάς της μορφής του, σε κάθε πράγμα αντανακλάται αυτή η τέλεια εικόνα. Το ζητούμενο για κάθε δημιούργημα είναι η ανύψωσή του σε ένα ανώτερο επίπεδο. Αυτό εκφράζεται με την προσπάθεια να απελευθερωθεί από το χώρο και το χρόνο και έτσι να οδηγήσει την αρχική του ουσία μέσα στο ασφαλές καταφύγιο του θεϊκού Ένα από το οποίο εκπορεύτηκε».
Οι ζωγραφιές του τείνουν να ελκύουν το βλέμμα ξανά και ξανά και σταδιακά, σε ένα βαθύτερο επίπεδο, γίνονται αντικείμενο διαλογισμού. Δεν πρέπει κάποιος να προσπαθεί να ερμηνεύσει λογικά τα σύμβολα που υπάρχουν σε αυτές τις εικόνες, αλλά να εισέρχεται μέσω αυτών σε βαθιά πνευματική συγκέντρωση. Αποτελούν πύλες μέσα από τις οποίες εισερχόμαστε στον εσωτερικό μας κόσμο και τον γνωρίζουμε καλύτερα.
Στόχος του Johfra ήταν να ζωγραφίζει πίνακες οι οποίοι να μην είναι απλές ζωγραφιές αλλά δρόμοι που οδηγούν σε πνευματική αφύπνιση. Όπως ο ίδιος ανέφερε: «Οι βαθύτερες αλήθειες αναδύονται μέσα από τους μύθους και τα σύμβολα. Ένα πραγματικά συμπαντικό και αρχετυπικό σύμβολο διεισδύει βαθύτερα, αγγίζει τον ασυνείδητο πυρήνα του ανθρώπου, όπου και το αναγνωρίζει εκ των έσω».
Με αυτόν τον τρόπο οι ζωγραφιές του ελκύουν κάποιον και τον διεγείρουν πνευματικά, διότι απεικονίζουν κάτι γνωστό στα βάθη της ψυχής, το οποίο, όμως, στη συνέχεια ξεχάστηκε. Αποτελούν, υπό αυτή την οπτική, μια ανάμνηση της πνευματικής μας πατρίδας και ταυτόχρονα ένα συναρπαστικό ταξίδι προς αυτήν.
Thanks to Κ. Σ.
Source :
Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011
Johann Georg Gichtel (1638-1710)
The first-created image of God before the Fall,
which stands hidden in the spirit,
which the author knows by praxis and [also will show] in the figures of the completed man,
out of the new birth in Christ,
which is to be developed in you.
Johann Georg Gichtel from Theosophia Practica,(1722)
Johann Georg Gichtel (March 14, 1638 – January 21, 1710) was a German mystic and religious leader who was a critic of Lutheranism. His followers ultimately separated from this faith.
Gichtel was born at Regensburg, where his father was a member of senate. Having acquired at school an acquaintance with Greek, Hebrew, Syriac and even Arabic, he proceeded to Strasbourg to study theology; but finding the theological prelections of J. S. Schmidt and P. J. Spener distasteful, he entered the faculty of law. He was admitted an advocate, first at Speyer, and then at Regensburg; but having become acquainted with the baron Justinianus von Weltz (1621–1668), a Hungarian nobleman who cherished schemes for the reunion of Christendom and the conversion of the world, and having himself become acquainted with another world in dreams and visions, he abandoned all interest in his profession, and became an energetic promoter of the Christerbauliche Jesusgesellschaft (Christian Edification Society of Jesus).
The movement in its beginnings provoked at least no active hostility; but when Gichtel began to attack the teaching of the Lutheran clergy and church, especially upon the fundamental doctrine of justification by faith, he exposed himself to a prosecution which resulted in sentence of banishment and confiscation (1665). After many months of wandering and occasionally romantic adventure, he reached the Netherlands in January 1667, and settled at Zwolle, where he co-operated with Friedrich Breckling (1629–1711), who shared his views and aspirations.
Having become involved in the troubles of this friend, Gichtel, after a period of imprisonment, was banished for a term of years from Zwolle, but finally in 1668 found a home in Amsterdam, where he made the acquaintance of Antoinette Bourignon, and in a state of poverty (which, however, never became destitution) lived out his life of visions and day-dreams, of prophecy and prayer.
He became an ardent disciple of Jakob Böhme, whose works he published in 1682 (Amsterdam, 2 vols); but before the time of his death, he had attracted to himself a small band of followers known as "Gichtelians" or "Brethren of the Angels," who propagated certain views at which he had arrived independently of Böhme. Seeking ever to hear the authoritative voice of God within them, and endeavouring to attain to a life altogether free from carnal desires, like that of "the angels in heaven, who neither marry nor are given in marriage," they claimed to exercise a priesthood "after the order of Melchizedek," appeasing the wrath of God, and ransoming the souls of the lost by sufferings endured vicariously after the example of Christ.
While, however, Böhme "desired to remain a faithful son of the Church," the Gichtelians became separatists.
Gichtel's correspondence was published without his knowledge by Gottfried Arnold, a disciple, in 1701 (2 vols.), and again in 1708 (3 vols.). It has been frequently reprinted under the title Theosophia practica. The seventh volume of the Berlin edition (1768) contains a notice of Gichtel's life.
H σοφία του Θεού / The wisdom of God / 1 korinthians 2 : 6-16
Apollo temple in Korinthos (built about 570-560 BC)
H σοφία του Θεού
6Eπομένως,ανάμεσα στους πνευματικά ώριμους μιλάμε κι εμείς για σοφία,όχι όμως για τη σοφία του κόσμου αυτού ούτε των αρχόντων του κόσμου αυτού,που τελικά καταργούνται.7Aλλά μιλάμε για τη σοφία του Θεού,την ασύλληπτη,που έχει παραμείνει κρυμμένη και την οποία ο Θεός προόρισε για τη δική μας δόξα προτού ακόμα δημιουργηθεί ο κόσμος.8Tη σοφία αυτή δεν την κατάλαβε κανένας από τους άρχοντες του κόσμου αυτού?γιατί,αν την είχαν καταλάβει,δε θα είχαν σταυρώσει τον Kύριο της δόξας.9Aλλά όπως λέει η Γραφή:Eκείνα που μάτι δεν είδε και αφτί δεν άκουσε και νους ανθρώπου δεν τα διανοήθηκε,εκείνα ετοίμασε ο Θεός γι αυτούς που τον αγαπούνε.10Σ εμάς,όμως,τα αποκάλυψε ο Θεός μέσω του Πνεύματός του.Kαθότι το Πνεύμα ανιχνεύει τα πάντα,ακόμα και τα βάθη του Θεού.11Γιατί,ποιος από τους ανθρώπους,για παράδειγμα,ξέρει τα μυστικά του ανθρώπου,παρά μονάχα το πνεύμα του ανθρώπου που υπάρχει μέσα του; Έτσι, και τα μυστικά του Θεού δεν τα ξέρει κανένας, παρά μόνο το Πνεύμα του Θεού. 12Kι εμείς δε λάβαμε το πνεύμα του κόσμου,αλλά το Πνεύμα που προέρχεται από το Θεό,έτσι ώστε να αναγνωρίζουμε εκείνα που μας έχει χαρίσει ο Θεός.
13Kι ακριβώς αυτά είναι εκείνα για τα οποία μιλάμε, όχι με επιχειρήματα ανθρώπινης σοφίας, που έχουμε διδαχτεί, αλλά με επιχειρήματα που διδαχτήκαμε από το Πνεύμα το ’γιο,εξηγώντας τις πνευματικές αλήθειες με πνευματικά επιχειρήματα.14O φυσικός, όμως, άνθρωπος δε δέχεται αυτά που προέρχονται από το Πνεύμα του Θεού,γιατί αυτά γι αυτόν είναι μωρία,και δεν μπορεί να τα καταλάβει,γιατί μόνο πνευματικά εξιχνιάζονται.15Aντίθετα,ο πνευματικός άνθρωπος εξιχνιάζει τα πάντα,ενώ ο ίδιος δεν εξιχνιάζεται από κανέναν!16Γιατί,ποιος γνώρισε ποτέ το νου του Kυρίου, ώστε να καταλήξει σε συμπεράσματα γι αυτόν με τη λογική του;Kι εμείς έχουμε ακριβώς το νου του Xριστού.
The wisdom of God
6Yet we do speak wisdom among those who are mature;a wisdom, however,not of this age nor of the rulers of this age, who are passing away; 7but we speak God’s wisdom in a mystery, the hidden wisdom which God predestined before the ages to our glory; 8the wisdom which none of the rulers of this age has understood;for if they had understood it they would not have crucified the Lord of glory;
9but just as it is written,“THINGS WHICH EYE HAS NOT SEEN AND EAR HAS NOT HEARD,AND which HAVE NOT ENTERED THE HEART OF MAN,ALL THAT GOD HAS PREPARED FOR THOSE WHO LOVE HIM.”
10For to us God revealed them through the Spirit; for the Spirit searches all things, even the depths of God. 11For who among men knows the thoughts of a man except the spirit of the man which is in him? Even so the thoughts of God no one knows except the Spirit of God.12Now we have received,not the spirit of the world, but the Spirit who is from God, so that we may know the things freely given to us by God,13which things we also speak,not in words taught by human wisdom,but in those taught by the Spirit, combining spiritual thoughts with spiritual words.14But a natural man does not accept the things of the Spirit of God, for they are foolishness to him; and he cannot understand them, because they are spiritually appraised.15But he who is spiritual appraises all things, yet he himself is appraised by no one. 16For WHO HAS KNOWN THE MIND OF THE LORD,THAT HE WILL INSTRUCT HIM?But we have the mind of Christ.
G.J.P. comments
Ήδη ακόμη και πριν την δημιουργία του γνωστού κόσμου,αποτέλεσμα της πτώσης του ανθρωπίνου κύματος ζωής,ο Πατέρας μας, είχε ήδη δημιουργήσει ένα σχέδιο σωτηρίας για τους χαμένους Γιους του,το οποίο θα αποκάλυπτε στον χρόνο τον οποίο Αυτός θα έκρινε σωστό.
Αυτή η γνώση όμως έχει μια πνευματική υπόσταση η οποία δεν μπορεί να κατανοηθεί,να συλληφθεί με τον ανθρώπινο τρόπο νόησης.
Αυτή η γνώση είναι μια αποκάλυψη που λαμβάνει χώρα όταν ο άνθρωπος φτάσει σε αυτό το επίπεδο μαθητείας ώστε να μπορεί να λάβει εσωτερικά το Πνεύμα του Θεού.
Αυτή η γνώση μας προσφέρεται,μας εξηγείται μέσω του Ιού του Ιησού Χριστού,αυτό συμβαίνει όταν ο μαθητής αναπτύξει το νέο νοητικό σώμα,γιατί μόνον αυτό μπορεί να συλλάβει αυτήν την γνώση και να την εξηγήσει,και όχι ο συνηθισμένος άνθρωπος μέσω αυτής της κατακερματισμένης νοητικής του λειτουργίας.Ο άνθρωπος δεν μπορεί να κατανοήσει τον κόσμο του Πνεύματος λόγο της ατέλειας του,όμως υπάρχει ένας δρόμος ολοκληρωτικής αναγέννησης εν Χριστό μέσω του οποίου μια θαυμαστή αποκάλυψη λαμβάνει χώρα ταυτόχρονα με μια μεγαλειώδη νέα γέννηση σε ένα άλλο πεδίο ζωής.Και αυτό είναι μια ευλογία.
Already even before the creation of the known world,a result, because of the fall of the human wave of life,our Father,already had created a plan of salvation for his lost sons, which He would reveal the time which He would judge correct.This knowledge however has a spiritual essence which cannot be comprehended, be conceived with the human way of the intellect.
This knowledge is a revelation that can occur when a person reaches the level of pupilship when he could receive the Spirit of God inside him.
This knowledge offers to us,explained to us through His Son Jesus Christ,this is happening when the pupil develops a new mental body,because only that Body can capture this knowledge and explain it,and not the common man through his fragmented mental ability.
Man can not understand the world of the Spirit because of his imperfection,but there is a totalitarian way of regeneration in Christ,through Him a miraculous revelation takes place simultaneously with a glorious new birth in another field of life.This is a blessing.
Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011
Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2011
Claudia Cardinale
Claudia Cardinale (born 15 April 1939; some sources claim 1938) is one of Italy's best-known and most loved actresses, and has appeared in some of the best European films of the 1960's and 1970's. The majority of Cardinale's films have been either Italian or French.
http://en.wikipedia.org/wiki/Claudia_Cardinale
http://www.claudiacardinale.co.uk/
Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2011
The Greatest Years of Maria Callas - G. Verdi: La Traviata (2CD, 1997)
The Greatest Years of Maria Callas - Giuseppe Verdi: La Traviata (2CD, 1997)
Full Scans (Artwork & Libretto)/ Label: Sakkaris Records | Genre: Classical, opera
Digitally remastered live recording of a performance at the Royal Opera House Covent Garden in London on June 20, 1958. Conductor of the orchestra and chorus is maestro Nicola Rescigno. Enjoy the great Maria Callas at her best moments (35 yo). Even today she is considered as one of the best "Violettas" of all times.
Cast
Maria Callas: Violetta Valery
Cesare Valetti: Alfredo Germont
Mario Zanasi: Giorgio Germont
Marie Collier: Flora Bervoix
Lea Roberts: Annina
Dermont Troy: Gastone
Forbes Robinson: Barone Douphol
Ronald Lewis: Marchese D' Obigny
David Kelly: Dottor Grenvil
TRACKLIST
CD1
01. Preludio
ACT ONE
02. Dell'invito trascorsa e gia l'ora
03. Libiamo ne' lieti calici
04. Oh qual pallor!
05. Un di, felice, etera
06. E' strano!... e strano!...
07. Ah, fors'e lui che l'anima
08. Follie!...follie, delirio vano e questo
09. Sempre libera degg'io
ACT TWO
10. Lunge da lei per me non v'ha diletto
11. De' miei bollenti spiriti - Madamigella Valery
12. Pura siccome un angelo
13. Non sapete quale affeto
14. a) Un di, quando le ceneri - b) Dite alla giovine si bella e pura
15. Morro!... La mia memoria, o cielo
16. Dammi tu forza, o cielo
CD2
01. Ah, vive sol quel core all'amor mio! - Di provenza il mar, il suol
02. Avrem lieta di maschere la notte
03. Noi siamo zingarelle... Di Madride noi siam mattatori
04. Alfredo!... Voi!
05. Invitato a qui seguirmi
06. Ogni suo aver tal femmina
07. Preludio
ACT THREE
08. Annina... Comandate
09. Teneste la promessa - Addio, del passato bei sogni ridenti - Alfredo amato Alfredo
10. Parigi, o cara, noi lasceremo - Gran Dio! Morir si Giovane
11. Prendi; quest' e l'immagine
12. E' strandi che!
Links :
http://www.filesonic.com/file/93849382
http://www.filesonic.com/file/93923712
Thanks to Speedyclick
Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2011
There is no salvation in this level of life
There is no salvation in this level of life,
or happiness
or love in its entirety,
when we will realize this idea
then our goal becomes clear
and this is the complete transformation of our mortal being
into a spiritual being
Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2011
Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2011
“Death Star Moon” — Mimas
Commonly known by most as that “Death Star Moon” — Mimas, is seen here in the some of the finest detail ever (and seen here in sick detail). Flying to within 9,500 kilometers (5,900 miles) of the moon, Cassini captured the infamous Herschel Crater dead center in the still frame. Herschel, a feature which upon its originating impact, likely came close to shattering the tiny moon into another Saturnian ring.
The image itself is a mosaic of several high-resolution images carefully placed together to make a full disc image. The lower right hand corner segment is (sadly) in a much lower resolution than the rest, but I’ll bet you didn’t even notice until I pointed it out and ruined it for you.
http://wanderingspace.net/
Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2011
James 1: 12:15
God blesses those who patiently endure testing and temptation. Afterward they will receive the crown of life that God has promised to those who love him.
And remember, when you are being tempted, do not say, "God is tempting me." God is never tempted to do wrong, and he never tempts anyone else.
Temptation ...comes from our own desires, which entice us and drag us away.
These desires give birth to sinful actions. And when sin is allowed to grow, it gives birth to death
And remember, when you are being tempted, do not say, "God is tempting me." God is never tempted to do wrong, and he never tempts anyone else.
Temptation ...comes from our own desires, which entice us and drag us away.
These desires give birth to sinful actions. And when sin is allowed to grow, it gives birth to death
Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011
Rudolf Steiner - Cosmology,Religion and Philosophy
A series of lectures commencing with the opening of the "French course" at the Goetheanum Dornach, September 1922, published by Frau Dr. Steiner in one volume. Copyright © 1943
This edition is provided through the wonderful work of:The Rudolf Steiner Publishing Co.London
Chapter 7 The Relationship Of Christ With Humanity
I attempted to show in my last observations how, in the realm of human evolution, the psychospiritual existence is transferred to that of the physical senses. Now it depends on the understanding which man can bring to bear on this transference whether he can gain a relationship, in accordance with modern consciousness, to the event of Golgotha and its reference to man's development on earth.
If one does not realize in one's own physical nature how something psycho-spiritual has so changed itself from a spiritual form of experience as to become manifest in the physical world of the senses,one will also never know how the Christ spirit coming from spirit worlds was made manifest in the man Jesus on earth.
But it must be once more emphasized that it is not a case of individual knowledge derived from observation, but rather of understanding with one's whole nature and being what observation has brought to light. Only a few men achieve the former, but the latter is possible to all. The man who realizes the worlds through which the human soul has passed in its pre-earthly existence, learns also to look up to Him who before the event of the mystery of Golgotha had lived as Christ only in those worlds, and who through this mystery and since its occurrence had united His life with mortal humanity.
Our earthly souls have attained the condition in which they now live only through a gradual development. Ordinary consciousness takes the condition of the soul as it is to-day and constructs a 'history', in which things are represented as if man in the gray dawn of time had thought and willed and felt practically as he does now. But that is not so. There have been times in which the soul condition was quite different — times when there was no such sharp distinction between sleeping and waking.
Dreams now are the only bridge between the two; and their content has something deceptive and questionable about them. Primitive man knew a stage between full wakefulness and unconscious sleep, which was pictorial and remote from the senses, but revealing something really spiritual, just as the sense observation reveals something of the actually physical.
In this life of pictures, and not of thoughts, early man had a dream-like experience of his pre-earthly existence.
He felt his pre-earthly soul-nature as an echo of what he had gone through. On the other hand he had not thatsense of self which present-day man has. He did not find himself in the same degree as to-day as an 'Ego'. This feeling has arisen only in the course of human spiritual evolution,and the decisive epoch of this development is that in which occurred also the event of Golgotha.
At this time in the ordinary consciousness the psychic experience of an echo from pre-earthly existence grew ever fainter. Man's knowledge of himself became more and more limited to what his physical sense-life on earth told him,Moreover from, this moment the perception of death took on a new meaning. Previously man Shew,as I have described, of the central point of his being. He knew it through the contemplation of this echo in such case that he was convinced this echo could not be affected by death. At the moment of historical time when the view became limited to the physical nature of man, death became a disturbing problem for the soul.
The further development of purely inner faculties of knowledge did not suffice to solve this problem.
It was solved by the events of Golgotha occurring in the evolution of the earth.
The Christ came down to earthly existence from those worlds in which man had passed his pre-earthly life.
By combining the experience of the ordinary awake consciousness with the contemplation of the acts of Christ, man can find, since Golgotha, what he formerly found through a natural function of his consciousness.
The 'Initiates' of the ancient Mysteries spoke to their followers in such a way that they saw in their
considerations of pre-earthly life a gift of grace from that spiritual Sun-Being which has its counterpart in the
physical sun.
The Initiates who at the time of the mystery of Golgotha still continued the ancient initiation-methods,told thosewho had ears to hear how the Being who had before given to man the echo from spiritual worlds of pre-earthly existence that he could carry into the earthly life, had descended as the Christ upon the physical earth and taken flesh in the person of the man Jesus.
Those who knew the truth about the mystery of Golgotha always, as in the early days of Christianity,spoke of the Christ-Being as one who had descended from spiritual worlds to an earthly one.The teachers of mankind of that time stressed particularly this aspect of the Christ coming from a higher world down to the earth.
This view was conditioned by the fact that one still knew enough, from the ancient initiation,about the
supernatural worlds, to see in Christ a Being of the spiritual world before his descent to earth.
The remnants of this knowledge lasted into the Fourth Century, and then faded in man's consciousness. The event of Golgotha thus became an event which was known only through the construction of political history.
The principles of initiation of the old world were lost to the outer world, and took root only in almost unknown places. Only now in the last third of the nineteenth Century has a stage in human evolution been reached again in which the new Initiation, as has been described leads to an aspect of Christ's nature within the spiritual world. It was necessary for the complete unfolding of the ego-consciousness, which was to come into being in the development of humanity, that initiate knowledge should disappear for a few centuries, and that man should turn his attention to the outer world of the senses in which the ego-consciousness could be freely cultivated.
Thus it was only possible for the Christian community to direct the attention of believers to the historical
tradition concerning the mystery of Golgotha and to clothe what was once known by spiritual knowledge in 'Dogmas of Belief' for the Earth. The content of these Dogmas does not concern us here, but only the manner in which they affect the soul, whether through faith, belief or through knowledge.
It is again possible to-day to have a direct knowledge of the Christ. The figure of Jesus stood for centuries in
front of the ordinary consciousness, and the Christ who lived in him, had become an object of faith. But more and more the inclination to dogmatic faith grew less, precisely among the spiritual leaders of mankind; Jesus was seen more and more only as history made him appear to the ordinary consciousness. The sense of Christ was gradually lost; and so there grew up a modern branch of Theology which concerns itself really only with the man Jesus, and which lacks a living sense of the Christ. But a mere Jesus-Faith is really -no longer Christianity.
In the consciousness which early man had of his pre-earthly existence, he had also an anchorage for a proper relationship to his existence, after death on earth.
In later times his union with the Christ was to give him in another way what had thus been given him in primæval time by nature, through the sense of his own life-experience concerning the problem of death. The Christ was so to permeate him, in the words of St. Paul, 'Not I, but the Christ in me',that He might be his guide through the gate of death. Man now had indeed something in the ordinary consciousness which could develop the complete Ego-sense, but nothing which could give the soul the strength to approach the gates of Death with certain knowledge of its living passage through them» For ordinary consciousness is a result of the physical body, and therefore can give the soul only such strength as must be regarded as extinguished in death.
To those who could learn all this from their old initiation, the human physical organism appeared out of order,
for they had to assume that it could not develop the power to give the soul such a comprehensive consciousness as to enable it to live its full life. Christ appeared as the soul-doctor of the world, as the Healer, the Saviour,and as such in His fundamental relationship to humanity He must be recognized.
The event of death and its relationship to the Christ is to be the subject of my next study.
Through the taking-up of the Christ-experience a Philosophy has grown out of what the ancient consciousness, deepened by the saying of the Initiates, had given to man as an experience of eternity,and a philosophy which can include the divine Father principle. The Father in Spirit can be regarded again as the all-pervading Being.
Cosmology gains its Christian character through the knowledge of the Christ who, as a Being from outside the earth, assumed mortal shape in the person of Jesus.
In the events of human evolution the Christ is recognized as the Being to whose lot has fallen a decisive part inthis evolution. And through the re-awakening of the half-forgotten knowledge of the 'Eternal Man', the human mind is led out of the purely sense-world in which the ego-consciousness develops, to the spirit, which can be experienced with full understanding by the soul in conjunction with God the Father and the Christ in a renewed perceptive knowledge of Religion.
Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011
Leonidas Kavakos Debut Recording (1990)
FLAC, log, cue, covers / Label: Koch International Classics
Tracklisting:
01. Franck-Sonata, I / 6:39
02. Franck-Sonata, II / 8:59
03. Franck-Sonata, III / 8:46
04. Franck-Sonata, IV / 6:24
05. Faure-Berceuse / 3:30
06. Ysaye-Sonata N. 6 / 6:48
07. Ravel-Sonata, I / 9:32
08. Ravel-Sonata, II / 6:21
09. Ravel-Sonata, III / 4:00
10. Saint-Saens-Caprice (after a study in the form of a waltz) / 8:44
Anne Epperson – piano
Date of Recording: 08/1987, American Academy of Arts & Letters, NY
Download :
http://www.filesonic.com/folder/891871
“Kavakos played like a dream eliciting an almost physical pleasure from the trueness of his intonation and the way in which certain phrases, certain chords landed. ~ Deutsches Sinfonie-Orchester Berlin / Ingo Metzmacher, BBC Proms, The Independent, August 2010 ”
Leonidas Kavakos has established himself as a violinist and artist of rare quality, known at the highest level for his virtuosity, superb musicianship and the integrity of his playing. International recognition came whilst Kavakos was still in his teens. He won the Sibelius competition in 1985 and then the Paganini competition in 1988 and following these successes, he was invited by orchestras across Europe, North America and the Far East and his reputation soared.
Kavakos is now one of the world’s most highly regarded and sought after violinists and has established close relationships with many of the greatest orchestras and conductors. He also regularly visits the major international festivals with visiting orchestras, in chamber music and in recital.
In the current seasons, Kavakos appears as soloist with the Academia Nazionale di Santa Cecilia, Atlanta Symphony Orchestra, Berlin Philharmonic, Boston Symphony Orchestra, Budapest Festival Orchestra, Royal Concertgebouw Orchestra, Dresden Staatskapelle, Houston Symphony Orchestra, Israel Philharmonic Orchestra, La Scala Filharmonica, London Symphony Orchestra, London Philharmonic Orchestra, Los Angeles Philharmonic, National Symphony Orchestra, New York Philharmonic, Philadelphia Orchestra, Rotterdam Philharmonic Orchestra and Tonhalle Orchestra and the Toronto Symphony Orchestra. He works with such conductors as Pierre Boulez, Ricardo Chailly, Myung-Whun Chung, Gustavo Dudamel, Christoph Eschenbach, Iván Fischer, Alan Gilbert, Valery Gergiev, Bernard Haitink, Daniel Harding, Paavo Jarvi, Zubin Mehta, Anthony Pappano, Christian Thielemann and Osmo Vänskä.
Leonidas Kavakos is also increasingly recognised as a conductor of considerable gift and musicianship. From October 2007 until September 2009, Kavakos was Artistic Director of the Camerata Salzburg, having been the orchestra’s Principal Guest Artist from 2002. He has also conducted the La Scala Filharmonica and St Louis SO and will be appearing as conductor or conductor/violinist with the Academia Nazionale di Santa Cecilia, Budapest FO, Houston SO, Orchestra of the Age of Enlightenment, Rotterdam, PO and the Maggio Musicale.
Kavakos’ many distinguished chamber music partners include Gautier and Renaud Capuçon, Natalia Gutman, Emanuel Ax, Helene Grimaud, Nicholas Angelich, Nickolai Luganzki, Elisabeth Leonskaya and Enrico Pace. He is invited widely as an artist in residence and will have a wide exposure as such in the next seasons, in November 2009 as Artist in Focus at London’s Southbank Centre, Wigmore Hall, with the Leipzig Gewandhaus, the Rotterdam Philharmonic and the Tonhalle, Zurich. He is a regular and favoured artist at the Verbier Festival.
Kavakos has a distinguished catalogue of recordings. Together with the Camerata Salzburg, he has recorded live on Sony Mozart’s five violin concerti and the E flat major symphony and, more recently, Mendelssohn’s Violin Concerto coupled with the Mendelssohn piano trios with Enrico Pace and Patrick Demenga. This recording was recently named ECHO Klassik Best Concerto Recording of 19th Century Work.
In 1991, he won the Gramophone Award for the first recording ever of the original version of Sibelius’ Violin Concerto (1903/04) on BIS. On ECM, he has released a recording of sonatas by Enescu and Ravel together with pianist Péter Nagy and a recording of works by Bach and Stravinsky: "...the exquisite tenderness of the playing gives the music a sense of timeless, poignant beauty…” (Gramophone, May 2005).
Leonidas Kavakos plays the 'Falmouth' Stradivarius of 1692 and a Giovanni Battista Guadagnini of 1782 (Torino).
Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011
Bogomils
One of the first treatise against the Bogomils was written around 970 by a Bulgarian priest Cosmas who prefaced it with observations concerning another Bulgarian priest spread heretical teachings in the territory around the reign of Czar Peter (927-963). The priest's name was Bogomil, some say it literally meant "God-lover," while Cosmas interpreted it as "God-hater," while others claim the priest took the name because in Greek Bogomil is interpreted as Theophilos. According to Cosmas mainly the peasants were flocking to hear this priest criticize the clergy, when, in fact, the popularity laid more in a historical context.
It was a time of transition; the territory included large sections between the Black Sea and the Adriatic, known as the Bulgarian Empire that extended south almost to the Byzantine capitol of Constantinople. Within this Bulgarian Empire over centuries a Slav feudal system was established where the peasants became more dependent on the nobility. Finally wars waged between the empires, which resulted in territories constantly changing hands, meaning those residing in these areas experienced new conditions and customs. Even with all the changes that occurred the Byzantine Empire was still deemed more sophisticated with its bourgeois culture than the Bulgarian Empire with its agrarian communities. Between the conquering of the land by the different countries the peasantry was caught in the middle, especially when the Byzantines were victorious. While they did not relinquish their hold upon the lands they build large churches which extracted huge sums of money from peasants struggling to feed themselves. The situation became so critical that once even the Roman papacy bowed to Constantinople.
According to legend, probably a mixture of mostly folk belief, Bogomil first started preaching in a territory recently won back by the Byzantines. The preaching of the itinerant priest soon won the hearts of the peasantry as well as the emergent intelligentsia. He probably attached himself to the poor monks, having few clerical ties, who spoke directly to the people.
Their teaching was a moderate dualism. It was believe God created the universe from four elements-fire, air, water, and earth-and established His own kingdom in its seven heavens, peopled by bodiless angels who were equal with God, served Him, and fought on His behalf. The earth, below the first heaven, had been completely emerged under water. When one of the angels, Satanael, rebelled against God, he was banished to earth by God. This fall of Satanael was the basis for the creation of the earthly world. He divided water from the dry land, created all the forces of nature such as lightening and hail, rain, snow, moon and stars-but not sunlight, which was of divine origin-and then began creating plants and living creatures.
Man was created for the purpose of serving the creator of the material world. Thus, the creation was entirely the work of the evil god. When creating the living creatures, particularly man, Satanael managed to imprison angels in earthly bodies so that the dualist conflict between "good" and "evil" is perpetuated in man himself. God sent messenger to tell man of his fate. Jesus Christ was one of them. To prevent Christ from accomplishing his mission Satanael caused him to be crucified; but Christ did not suffer on the cross and after three days reappeared and chained Satanael in hell. But in hell, Satan, as he is now called, managed to free himself and enlisted the support of earthly rulers--kings, nobles, the rich, and educated church theologians-to torment the world until the Last Judgment when Satan and his followers will be banished into hell, and the just will enter the kingdom of heaven where neither hunger nor thirst will exist.
When reading the thesis of Bogomillism one cannot help but be struck by its Gnostic quality and overtones. The major features are purely Gnostic: material is ad or evil, the evil god (the demiurge) created the material world where he imprisoned the angels, spiritual beings, in bodies-in matter; man was to serve the evil god; Christ the special messenger of God was sent to tell man of his fate; Christ and the demiurge become enemies, forces of good and evil-the dualism; the earthly forces, namely the rich and educated theologians are principally the forces which Bogomil was fighting against; and eventually the demiurge, Satan, and his followers are forever cast into hell, and the just triumph in heaven. This final feature is the optimistic aspect of Bogomillism which distinguishes it from other dualistic systems.
Accompanying their preaching these men led a very austere life: they rejected sex, marriage, has no possessions, and ate no meat. They believed the soul must be free from ever evil, and thus, the body. Bogomillism is later discerned in Catharism of Western Europe. Some authors claim influences of Manichaenism are found in Bogomillism, this is suspect because there is a general tendency to condemn Manichaeism for everything among orthodox writers; but the discovery of Paulicianism amid Bogomillism is legitimate because the Paulicians had missionaries in Bulgaria. A.G.H.
Sources:
Bowker, John, The Oxford Dictionary of World Religions, New York, Oxford University Press, 1997, pp. 157-158
Erbstosser, Martin, Heretics in the Middle Ages, Edition Leipzig, 1984, pp 43-47
http://en.wikipedia.org/wiki/Bogomilism